Η συσχέτιση καρκίνου του ενδομητρίου με την παχυσαρκία
Η παχυσαρκία αποτελεί τον ισχυρότερο τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για τον καρκίνο του ενδομητρίου. Κάθε αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI) κατά 5 kg/m² σχετίζεται με 50-60% αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του ενδομητρίου. Οι γυναίκες με παχυσαρκία Τάξης Ι (BMI: 30-34.9) έχουν 2-3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο, ενώ σε παχυσαρκία Τάξης ΙΙΙ (BMI > 40), ο κίνδυνος αυξάνεται 6 φορές. Η παχυσαρκία συμβάλλει στην ανάπτυξη του καρκίνου του ενδομητρίου λόγω της αυξημένης παραγωγής οιστρογόνων από τον λιπώδη ιστό. Στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, ο λιπώδης ιστός είναι η κύρια πηγή παραγωγής οιστρογόνων μέσω της αρωματοποίησης της ανδροστενεδιόνης. Η αυξημένη συγκέντρωση οιστρογόνων χωρίς αντίστοιχη παρουσία προγεστερόνης διεγείρει την υπερπλασία του ενδομητρίου, αυξάνοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Επίσης η παχυσαρκία σχετίζεται με χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή, λόγω της έκκρισης κυτοκινών από τον λιπώδη ιστό. Αυτές οι φλεγμονώδεις διεργασίες προάγουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Επιπλέον η αντίσταση στην ινσουλίνη αυξάνει τα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα, που έχει άμεση ή έμμεση μιτογόνο δράση στα κύτταρα του ενδομητρίου. Αυτή η υπερινσουλιναιμία ενισχύει επίσης την παραγωγή ινσουλινόμορφων αυξητικών παραγόντων (IGFs), οι οποίοι διεγείρουν την κυτταρική ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η επίπτωση του καρκίνου του ενδομητρίου αυξάνεται σταθερά, ιδίως στις νεότερες γυναίκες, γεγονός που σχετίζεται με την παράλληλη αύξηση της παχυσαρκίας. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η αύξηση στις νεότερες ηλικιακές ομάδες: 4,48% ετήσια αύξηση στις γυναίκες 20-29 ετών και 3% στις γυναίκες 30-39 ετών. Στις ΗΠΑ διαπιστώθηκε ότι οι ρυθμοί παχυσαρκίας αυξάνονται κατά 4,6% ετησίως από το 1988, με την παχυσαρκία Τάξης III να αυξάνεται κατά 9,19% ετησίως. Μελέτες δείχνουν ότι η απώλεια βάρους μέσω δίαιτας ή βαριατρικής χειρουργικής μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του ενδομητρίου κατά 30-50%.
Η τακτική άσκηση μειώνει το σωματικό λίπος, βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και μειώνει τους δείκτες φλεγμονής, συμβάλλοντας στη μείωση του κινδύνου καρκίνου.
Επίσης, η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής (πλούσιας σε φυτικές ίνες, φρούτα και λαχανικά, χαμηλή σε κορεσμένα λιπαρά και ζάχαρη) μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του κινδύνου. Τέλος ορμονικές θεραπείες, όπως η προγεστερόνη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πρόληψη σε γυναίκες υψηλού κινδύνου με υπερπλασία ενδομητρίου.
Ο Θάνος Δημόπουλος είναι καθηγητής Θεραπευτικής Αιματολογίας – Ογκολογίας, τ. πρύτανης του ΕΚΠΑ