ru24.pro
Ta Nea
Февраль
2025
1 2 3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28

«Για τους ζώντες και τους κεκοιμημένους»

0
Ta Nea 

Στο τεύχος των «Προσώπων» 24 Οκτωβρίου 2020, εν μέσω πανδημίας, είχαμε φιλοξενήσει τις μαρτυρίες σημαντικών ανθρώπων του πολιτισμού για το πού βρίσκονταν την 28η Οκτωβρίου 1940. Θελήσαμε, δηλαδή, να αποτυπώσουμε το «ύφος μιας μέρας», κατά τον στίχο του Σεφέρη, μέσα από τις αναμνήσεις τους. Είχαν πάρει μέρος τότε οι Μίκης Θεοδωράκης, Θανάσης Βαλτινός, Δημήτρης Ραυτόπουλος, Αθηνά Κακούρη, Νάνα Μούσχουρη, Απόστολος Γεωργιάδης, Γιάννης Βογιατζής (ηθοποιός), Τίτος Πατρίκιος, Βασίλης Βασιλικός, Πετρολούκας Χαλκιάς, Γιάννης Παρμακέλης, Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ. Σε μια ξεχωριστή στιγμή, τη δική του ανάμνηση κατέθετε στη συνάδελφο Νατάσα Μπαστέα ο μακαριστός Αναστάσιος Αλβανίας. Γράφτηκαν σημαντικές παρεμβάσεις, αποτιμήσεις και σχόλια όλη αυτή την περίοδο, αλλά αξίζει να περάσει στην αποδελτίωση των ημερών και αυτή η αναπαραγωγή της μαρτυρίας, που αφορά έτσι κι αλλιώς τους στρατιώτες στο μέτωπο της Αλβανίας και την κοινή τύχη των ανθρώπων:

«Η 28η Οκτωβρίου 1940 ήταν ημέρα Δευτέρα κι έμοιαζε σαν ν’ άρχιζε μια μεγάλη γιορτή. Μικρό παιδί τότε, σε μία εβδομάδα θα συμπλήρωνα τα 11 χρόνια, βγήκα μαζί με άλλους στον δρόμο. Ηχούσαν τραγούδια, παιάνιζαν εμβατήρια και κυμάτιζαν σημαίες. Η οικογένειά μας έμενε τότε στην Κυψέλη, σε μια μονοκατοικία στην οδό Δάφνιδος 24. Πήγαινα στη Β’ Τάξη του Β’ Οκταταξίου Γυμνασίου Αρρένων Αθηνών – στο παράρτημα της Κυψέλης στην οδό Φωκίωνος Νέγρη. Διάχυτη ήταν την ημέρα εκείνη μια αισιόδοξη ατμόσφαιρα. Δεν έλειψαν, όμως, και σκιές ανησυχίας. Ο αδελφός μου Γιώργος, φοιτητής της Νομικής, έπρεπε να φύγει αμέσως για να καταταγεί στον Στρατό. Ο πατέρας μου Γεράσιμος, 54 ετών τότε, παλαιός έφεδρος αξιωματικός, με τραύμα διαμπερές από τους Βαλκανικούς Πολέμους, μας δήλωσε ότι θα πάει κι εκείνος να καταταγεί. Η μητέρα μου Ρωξάνη και η μεγαλύτερη αδελφή μου Αίγλη στέκονταν σιωπηλές. Η μητέρα είχε πολύ άσχημες αναμνήσεις από τους προηγούμενους πολέμους και διαισθανόταν πως ερχόταν καταιγίδα. Παρηγορούσαν οι ευχές που κατευόδωναν αυτούς που έφευγαν για το μέτωπο: “Η Παναγιά μαζί σου”, “Και με τη νίκη”!

Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι, ύστερα από μισό αιώνα, θα περπατούσα, ως Αρχιεπίσκοπος, σε μέρη δυσπρόσιτα στις περιοχές Αργυροκάστρου, Κλεισούρας, Κορυτσάς, Πόγραδετς, της πρώτης γραμμής του μετώπου. Βαθιά συγκινημένος άκουγα διηγήσεις για εκατοντάδες διεσπαρμένους άταφους στρατιωτικούς κι έψαλλα τρισάγια και διάφορα τροπάρια από τη νεκρώσιμη ακολουθία. Ο ορθόδοξος ποιμενάρχης νιώθει χρέος να ενδιαφέρεται και να προσεύχεται όχι μόνο για τους ζώντες αλλά και για τους κεκοιμημένους. Δοξάζω τον Θεό διότι αξιωθήκαμε όχι μόνο να φροντίσουμε το παλαιό νεκροταφείο στους Βουλιαράτες, αλλά και να κατασκευάσουμε, παρά τις πολλαπλές δυσκολίες, το μεγάλο στρατιωτικό κοιμητήριο στα στενά της Κλεισούρας. Υπήρχε εκεί μια μοναστηριακή έκταση του Αγίου Νικολάου με λιγοστά ερείπια. Μεριμνήσαμε για την αναστήλωση της μικρής αυτής Ιεράς Μονής και στο νότιο τμήμα του οικοπέδου, προς τον ποταμό Αώο, κατασκευάσαμε (μεταξύ των ετών 2000-2005), σε μια έκταση τριών περίπου στεμμάτων, νεκροταφείο για τους πεσόντες στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έλληνες στρατιωτικούς. Περιλαμβάνει 370 τάφους και 600 οστεοφυλάκια. Τελικά, ύστερα από τις απαραίτητες διακρατικές συμφωνίες, το 2019 ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες για τη μετακομιδή των πεσόντων στο κοιμητήριο. Μέσα στο επιβλητικό φυσικό τοπίο, ο μεγάλος σταυρός από σκυρόδεμα ύψους 17 μέτρων συνοψίζει σιωπηλά το έπος της αυτοθυσίας, του μυστικού Πάθους, αλλά και τη βαθιά ελπίδα στην Ανάσταση και στην Ειρήνη».

Η μαρτυρία, λοιπόν, είναι ενός ανθρώπου που το 1940 είδε συμπολίτες του να φεύγουν για το μέτωπο και ύστερα από 80 χρόνια τούς «υποδέχθηκε» ως πεσόντες για τη μετακομιδή των λειψάνων τους στο αλβανικό κοιμητήριο.