Στο Δέλτα του Εβρου 120 χαμωτίδες
Η τελευταία φορά που οι χαμωτίδες φώλιασαν στην Ελλάδα ήταν επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου, το 1917. Περισσότερο από έναν αιώνα μετά, αυτό το σπάνιο, στον ευρωπαϊκό χώρο, πτηνό, που ζει κυρίως στη Δυτική και Κεντρική Ασία, επεφύλασσε μια έκπληξη στο προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Δέλτα Εβρου και Δαδιάς: Τις τελευταίες ημέρες του Δεκεμβρίου στο Δέλτα του Εβρου καταγράφηκαν 120 χαμωτίδες Tetrax tetrax, δηλαδή ο μεγαλύτερος αριθμός ατόμων του είδους που έχει παρατηρηθεί ποτέ στην Ελλάδα. Στις αρχές Δεκεμβρίου είχε προηγηθεί η εμφάνιση άλλων 25 χαμωτίδων στις Αλυκές Κίτρους του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού, γεγονός που είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον των ορνιθοπαρατηρητών, ωστόσο, σύμφωνα με τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, οι 120 χαμωτίδες στο Δέλτα του Εβρου αποτελούν μια πολύ σημαντική καταγραφή, καθώς ο συνήθης διαχειμάζων πληθυσμός δεν υπερβαίνει εκεί τις λίγες δεκάδες άτομα.
Αύξηση
Οπως αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο Παναγιώτης Ιωαννίδης, περιβαλλοντολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της ΜΔΕΠ Δέλτα Εβρου και Δαδιάς, «είναι γεγονός ότι φέτος οι καταγραφές χαμωτίδων υπερβαίνουν τα συνήθη επίπεδα, και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στον Εβρο, όπου παρατηρήθηκε υπερδιπλάσιος αριθμός από ό,τι τα προηγούμενα έτη, αλλά και σε άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας». Ο ίδιος εξηγεί ότι «αυτό μπορεί να οφείλεται στις καιρικές συνθήκες, στη γενικότερη κατάσταση του είδους αλλά και σε ενδεχόμενη υποβάθμιση άλλων υγροτόπων. Πλέον απομένει να δούμε, με τη συστηματική παρατήρηση των πληθυσμών που κάνουμε στα εθνικά πάρκα, αν αυτή η αυξητική τάση θα επιβεβαιωθεί και τα επόμενα χρόνια ή αν θα υπάρξει διακύμανση. Στη συνέχεια θα μπορέσουμε να εξαγάγουμε περισσότερα συμπεράσματα».
Μια τέτοια περίπτωση, που παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλη αύξηση την τελευταία 15ετία στο Δέλτα του Εβρου, είναι οι νανόκυκνοι. Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός του είδους παρουσιάζει σημαντική μείωση την τελευταία 25ετία και κατατάσσεται στην κατηγορία κινδύνου «τρωτό», όμως στο Δέλτα του Εβρου εμφανίζει εντυπωσιακή αύξηση καθιστώντας την περιοχή μία από τις πέντε πιο σημαντικές για τη διαχείμαση του νανόκυκνου σε ολόκληρο τον πλανήτη. «Το είδος αναπαράγεται στη Σιβηρία, στη χερσόνησο του Γιαμάλ, και από εκεί διασπείρεται. Μέχρι πριν από 20 χρόνια στο Δέλτα του Εβρου είχαμε από καθόλου έως ελάχιστα πουλιά» λέει ο Παναγιώτης Ιωαννίδης. Το 2005 παρατηρήθηκαν στην περιοχή 30 πουλιά, αριθμός που μεγάλωνε κάθε χρόνο, ώσπου στις 17 Δεκεμβρίου 2024 κατά την 43η διεθνή καταγραφή που υλοποιήθηκε από το προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης εντοπίστηκαν πάνω από 8.300 νανόκυκνοι – σε κάποιες καταγραφές έχουν ξεπεράσει τα 11.000 άτομα. «Αυτό συμβαίνει επειδή στο Δέλτα του Εβρου υπάρχει επάρκεια τροφής, ασφάλεια και καλές κλιματικές συνθήκες. Μάλιστα βλέπουμε κάτι πολύ ενδιαφέρον, τα πουλιά τρέφονται στο τουρκικό κομμάτι του Δέλτα – καθώς τα υπολείμματα του ρυζιού που καλλιεργείται στην περιοχή αποτελούν πολύ καλή τροφή για τους νανόκυκνους – και το βράδυ έρχονται στο ελληνικό κομμάτι, που είναι μια πολύ καλά προστατευόμενη περιοχή, για να ξεκουραστούν» λέει ο Π. Ιωαννίδης.
«Πλημμύρισε» από κεφαλούδια
Δεν είναι όμως μόνο οι χαμωτίδες που προκάλεσαν φέτος εντύπωση με την παρουσία τους στη Θράκη. Η λίμνη Βιστωνίδα «πλημμύρισε» από κεφαλούδια, ένα είδος πάπιας που συγκαταλέγεται στα πιο σπάνια πτηνά της Ευρώπης. Τα κεφαλούδια, που καταφτάνουν κάθε χρόνο το φθινόπωρο από τα βόρεια, για να διαχειμάσουν στις λίμνες Βιστωνίδα και Ισμαρίδα, ξεπέρασαν στο τέλος Νοεμβρίου τα 1.100 άτομα, αριθμός που ισούται με το 2%-10% του παγκόσμιου πληθυσμού τους. Σύμφωνα με τους ειδικούς, πρόκειται για μια εντυπωσιακή καταγραφή, ειδικά αν ληφθεί υπόψη πως, σύμφωνα με το BirdLife International, o πληθυσμός τους στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Νοτιοδυτική Ασία υπολογίζεται σε 5.000-10.000 άτομα. Τα κεφαλούδια επισκέπτονται τη λίμνη Βιστωνίδα για να διαχειμάσουν και κατά τα τέλη Μαρτίου επιστρέφουν στις θέσεις αναπαραγωγής τους, σε περιοχές της Νότιας Ρωσίας και της Κεντρικής Ασίας. Η μεγαλύτερη καταγραφή πληθυσμών από κεφαλούδια στην Ελλάδα έγινε το 1997, όταν είχαν παρατηρηθεί, πάλι στη λίμνη Βιστωνίδα, περισσότερα από 2.300 πουλιά.