ru24.pro
Ta Nea
Январь
2025
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31

Το ελληνικό Μπαντ Γκόντεσμπεργκ και ο Τρίτος Δρόμος

0
Ta Nea 

Το 1959, τη χρονιά που απονεμήθηκε στον Κώστα Σημίτη ο τίτλος του διδάκτορα από το Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, σε απόσταση λιγότερη από δύο ώρες οδήγησης δυτικά από εκεί, στο Μπαντ Γκόντεσμπεργκ, μια λουτρόπολη στα περίχωρα της Βόννης, οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες υιοθετούσαν θεμελιώδεις αλλαγές στον προσανατολισμό του κόμματός τους. Απορρίπτοντας τον στόχο της ανατροπής του καπιταλισμού, το SPD εγκατέλειπε οριστικά τον μαρξισμό και την πάλη των τάξεων, επαναπροσδιορίζοντας την ιδεολογία του ως «φιλελεύθερο σοσιαλισμό» που βασιζόταν «στη χριστιανική ηθική, τον ανθρωπισμό και την κλασική φιλοσοφία».

Οι εξελίξεις αυτές σίγουρα  προσέλκυσαν το ενδιαφέρον του νεαρού Σημίτη αλλά είναι άγνωστο τι επίδραση είχαν επάνω  του τότε. Εξάλλου, για πολλούς σύγχρονούς του στην ευρωπαϊκή Αριστερά, το Μπαντ Γκόντεσμπεργκ θεωρήθηκε συνώνυμο της άνευ όρων συνθηκολόγησης με τον καπιταλισμό.

Κι άλλες, κατοπινές εξελίξεις επηρέασαν σίγουρα τον Σημίτη. Ανάμεσα σε αυτές η δικτατορία των συνταγματαρχών και η συμμετοχή του στον αντιδικτατορικό αγώνα άφησαν καθοριστικό αποτύπωμα. Αλλιώς  είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς, ιδιαίτερα με τα σημερινά μάτια, την ένταξή του το 1974 όχι στην Ενωση Κέντρου αλλά στο ριζοσπαστικό ΠΑΣΟΚ, που στόχευε στην αποσύνδεση «από τους στρατιωτικούς, πολιτικούς και οικονομικούς συνασπισμούς», «στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας» και «τον έλεγχο των παραγωγικών μονάδων από τους εργαζόμενους (δηλαδή με την αυτοδιαχείριση)».

Η επιρροή του προγράμματος του Μπαντ Γκόντεσμπεργκ θα αποσαφηνιστεί σταδιακά. Ηδη πριν απ’ τις εκλογές του 1981 ο Σημίτης είχε κινδυνεύσει να διαγραφεί για δεξιόστροφες τάσεις. Χρειάστηκε εντούτοις, η δεκαετία του ’80, δηλαδή η πρώτη κυβερνητική εμπειρία αλλά και οι διεθνείς εξελίξεις – η νεοφιλελεύθερη κυριαρχία και η πτώση του κομμουνισμού – για να αποκτήσουν οι τάσεις αυτές οντότητα πολιτικού ρεύματος.

Δεν ήταν πως είχε δει κάποιο όραμα∙ τo σοσιαλδημοκρατικό Zeitgeist των ’90s ήταν τέτοιο. Ως απόρροια αυτών των διεθνών εξελίξεων, εξάλλου, γεννήθηκε ο Τρίτος Δρόμος του καθηγητή του LSE Αντονι Γκίντενς και του ηγέτη των βρετανών Εργατικών Τόνι Μπλερ που επηρέασε καταλυτικά και την ελληνική σοσιαλδημοκρατία.  Ο Τρίτος Δρόμος διεκδίκησε την ταυτότητα του «ριζοσπαστικού Κέντρου» εκφράζοντας μια ενδιάμεση προσέγγιση ανάμεσα στον νεοφιλελευθερισμό και την κλασική σοσιαλδημοκρατία. Επαγγέλθηκε τον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού υιοθετώντας  ατομοκεντρικές φιλελεύθερες πολιτικές  ανοιχτών αγορών και απορρύθμισης με υποτιθέμενη κατεύθυνση την κοινωνία  των ίσων ευκαιριών. Αέρας κοπανιστός δηλαδή, όπως αποδείχτηκε από την έκρηξη των εισοδηματικών ανισοτήτων τις επόμενες δεκαετίες.

Στην Ελλάδα ο Τρίτος Δρόμος πήρε το κωδικό όνομα Εκσυγχρονισμός σε αντιπαράθεση με το «λαϊκιστικό» και άρα «παρωχημένο» ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου συνιστώντας το ελληνικό Μπαντ Γκόντεσμπεργκ. Δίνοντας έμφαση στον εξευρωπαϊσμό και τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις το ΠΑΣΟΚ απομακρυνόταν οριστικά από τις μετααποικιακές θεωρήσεις και τις ριζοσπαστικές διακηρύξεις της 3ης Σεπτέμβρη, που εξάλλου είχαν από καιρό εγκαταλειφθεί στην πράξη. Επιπλέον, αναδεικνύοντας τον αντιλαϊκισμό ως στρατηγική μπορούσε να έλκει ταυτόχρονα νεοφιλελεύθερους αλλά και πολιτικούς και διανοούμενους της Αριστεράς που δυσκολεύονταν με τη λαϊκή αισθητική του ΠΑΣΟΚ και επιθυμούσαν μια ρεαλιστική Αριστερά στη διακυβέρνηση.

Στην κυβερνώσα εκδοχή του ο εκσυγχρονισμός συνδέθηκε κυρίως με τα μεγάλα έργα υποδομής  και τη στρατηγική του εξευρωπαϊσμού της χώρας, μέρος της οποίας υπήρξε η ένταξη στο ευρώ. Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που είτε υιοθετήθηκαν είτε επιδιώχτηκαν αποτελούσαν στρατηγικές ενεργούς ευθυγράμμισης με τις νεοφιλελεύθερες επιταγές της Συνθήκης του Μάαστριχτ μέσα στις ιδιαίτερες ελληνικές συνθήκες  που τις όριζε μεταξύ άλλων η ισχύς μιας οικονομικής ολιγαρχίας που ασκούσε μεγάλη επιρροή στα δημόσια πράγματα. Από πλευράς κοινωνικών συμμαχιών, ο εκσυγχρονισμός συνέχισε να θέλει να διατηρήσει τη συμμαχία των «μη προνομιούχων» που είχε οικοδομήσει το ΠΑΣΟΚ μετατοπίζοντας όμως το κέντρο βάρους στα μεσαία και ανώτερα στρώματα.

Πού πέτυχε και  πού απέτυχε ο εκσυγχρονισμός  είναι νωρίς να αποφανθούμε οριστικά. Αναμφίβολα, η μετέπειτα χρεοκοπία της χώρας ανέδειξε όψεις μιας τρομακτικής θεσμικής καχεξίας, ηθικής γύμνιας και διαφθοράς για τα οποία δεν ήταν άμοιρος ευθυνών. Η διαπλοκή με τμήματα της οικονομικής ολιγαρχίας πήρε τόσο ασφυκτικό χαρακτήρα που μόνο η σημερινή κατάσταση την υπερβαίνει. Σταδιακά, ο εκσυγχρονισμός έχασε την όποια προωθητική του δύναμη, αφυδατώθηκε και ενσωματώθηκε στην Κεντροδεξιά. Είτε αρέσει είτε όχι, ο βασικότερος κληρονόμος του Σημίτη είναι ο Μητσοτάκης.

Γενικότερα, είναι δυσάρεστο να διαπιστώνει κανείς πως η σοσιαλδημοκρατία του Μπαντ Γκόντεσμπεργκ και του Τρίτου Δρόμου αγόρασε μόνη της το σχοινί για να την κρεμάσουν οι νεοφιλελεύθεροι και τώρα πλέον τα ακροδεξιά όρνια να ορέγονται αυτά τη λαϊκή εκλογική της βάση που συστηματικά αποξενώνεται από αυτήν. Στο όνομα του ρεαλισμού οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες έχασαν ταυτόχρονα την ταυτότητα και την πυξίδα τους. Εγιναν διαχειριστές και τμήμα του establishment.

Η σκιά του Μπαντ Γκόντεσμπεργκ ζυγίζει ακόμη βαριά στα κεφάλια των ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών. Πάντως, όσοι έχουν επισκεφτεί το Μπαντ Γκόντεσμπεργκ  μπορούν να βεβαιώσουν πως πρόκειται για μια μικρή πόλη με περιορισμένο ορίζοντα. Τώρα που το σκέφτομαι, κάτι σαν γραφική ανάμνηση της άλλοτε κραταιής σοσιαλδημοκρατίας στα σημερινά της μεγέθη.

Ο Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο ΠΑΜΑΚ