Τεχνητή νοημοσύνη για το δημόσιο συμφέρον
Ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Κιρ Στάρμερ δημοσίευσε πρόσφατα ένα «Σχέδιο Δράσης Ευκαιριών AI», που περιλαμβάνει κρατική επένδυση πολλών δισεκατομμυρίων στερλινών στην ικανότητα ανάπτυξης τεχνητής νοημοσύνης στη χώρα και δεσμεύσεις 14 δισεκατομμυρίων στερλινών (17,3 δισ. δολ.) από εταιρείες τεχνολογίας. Ο δηλωμένος στόχος είναι να ενισχυθεί 20 φορές η υπολογιστική ισχύς της τεχνητής νοημοσύνης υπό δημόσιο έλεγχο έως το 2030 και να ενσωματωθεί η τεχνητή νοημοσύνη στον δημόσιο τομέα για τη βελτίωση των υπηρεσιών και τη μείωση του κόστους με την αυτοματοποίηση των εργασιών.
Αλλά η εποπτεία της τεχνητής νοημοσύνης προς το δημόσιο συμφέρον θα απαιτήσει από την κυβέρνηση να προχωρήσει πέρα από τις μη ισορροπημένες σχέσεις με τα ψηφιακά πολυεθνικά μονοπώλια. Σήμερα οι οικονομολόγοι διαφωνούν σχετικά με το τι σημαίνει η τεχνητή νοημοσύνη για την οικονομική ανάπτυξη.
Το κλειδί για την εποπτεία της τεχνητής νοημοσύνης είναι να την αντιμετωπίζουμε όχι ως έναν τομέα που αξίζει περισσότερη ή λιγότερη υποστήριξη, αλλά μάλλον ως μια τεχνολογία γενικής χρήσης που μπορεί να μεταμορφώσει όλους τους τομείς. Τέτοιοι μετασχηματισμοί δεν θα είναι ουδέτεροι ως προς την αξία. Ενώ θα μπορούσαν να υλοποιηθούν προς το δημόσιο συμφέρον, θα μπορούσαν επίσης να εδραιώσουν περαιτέρω την εξουσία των υφιστάμενων μονοπωλίων.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να αφυπνιστούν για όλους τους τρόπους με τους οποίους τα πράγματα μπορεί να πάνε στραβά. Ενας σημαντικός κίνδυνος είναι η περαιτέρω εδραίωση κυρίαρχων πλατφορμών όπως η Amazon και η Google. Αν δεν εποπτευθούν σωστά, τα σημερινά συστήματα τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο, οδηγώντας σε μη παραγωγική εξαγωγή αξίας, ύπουλη δημιουργία εσόδων και υποβάθμιση της ποιότητας των πληροφοριών. Για πάρα πολύ καιρό οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν αγνοήσει αυτές τις επιδράσεις.
Επίσης, δεδομένου ότι οι πλατφόρμες τεχνητής νοημοσύνης εξάγουν δεδομένα από τα ψηφιακά κοινά (Διαδίκτυο), επωφελούνται από σημαντικό οικονομικό κέρδος. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εφαρμοστεί ένας ψηφιακός φόρος για τη χρηματοδότηση της τεχνητής νοημοσύνης ανοιχτού κώδικα και της δημόσιας καινοτομίας.
Η τεχνητή νοημοσύνη πρέπει να είναι δημόσιο αγαθό, όχι εταιρικός σταθμός διοδίων. Αυτό σημαίνει αντιμετώπιση ολόκληρης της αλυσίδας εφοδιασμού – από λογισμικό και υπολογιστική ισχύ μέχρι τσιπ και συνδεσιμότητα. Τέτοιες προσπάθειες θα πρέπει να καθοδηγούνται και να συγχρηματοδοτούνται σε ένα συνεπές πλαίσιο πολιτικής που στοχεύει στη δημιουργία ενός βιώσιμου, ανταγωνιστικού οικοσυστήματος τεχνητής νοημοσύνης. Μόνο τότε μπορεί να διασφαλιστεί ότι η τεχνολογία δημιουργεί αξία για την κοινωνία και υπηρετεί πραγματικά το δημόσιο συμφέρον.
Η Μαριάνα Μαζουκάτο είναι καθηγήτρια Economics of Innovation and Public Value στο University College London. Ο Τομάσο Βαλέτι είναι καθηγητής Οικονομικών στο Imperial College London, διευθυντής στο Centre for Economic Policy Research, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στην Κομισιόν