Ούτε πράσινος καπιταλισμός ούτε αποανάπτυξη
Και μετά τι έγινε; Ο,τι γίνεται πάντα. Αρχισαν οι καβγάδες. Χρειάστηκε μια τιτάνια προσπάθεια, κι ένας πραγματικός διπλωματικός μαραθώνιος, για να δημοσιευτεί ένα δεύτερο μανιφέστο, το 2015. Υστερα αποφασίστηκε ότι δεν είχε νόημα να συμβιβάζονται τα ασυμβίβαστα και ότι καλύτερα θα ήταν κάθε τάση να δημοσιεύει το δικό της εγχειρίδιο, πάντα υπό την ομπρέλα των «Ανήσυχων οικονομολόγων». Το 2021, πέντε μέλη του κινήματος εξέδωσαν το «Δημόσιο χρέος. Δοκίμιο για την οικονομία των πολιτών», όπου τάχθηκαν υπέρ της ακύρωσης μέρους του χρέους που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν ενθουσιάστηκε! Κάποιοι άλλοι, όμως, ανησύχησαν ακόμη περισσότερο. «Μια χρεωμένη χώρα μπορεί να ακυρώσει νομίμως το χρέος της όταν το έχει προκαλέσει ένα δικτατορικό καθεστώς, ευτυχώς όμως η Γαλλία δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία», είπε ο Ανρί Στερντινιάκ, ένας από τους τέσσερις ιδρυτές του κινήματος. «Η ακύρωση άλλωστε δεν θα είχε κανένα μακροοικονομικό αποτέλεσμα αφού, ακόμη κι αν η ΕΚΤ εξαγόραζε τα χρέη των κρατών, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα παρέμενε το ίδιο.»
Για να αποτυπώσουν τη διαφωνία τους, γράφει το περιοδικό L’ Obs, ο Στερντινιάκ και άλλοι τέσσερις Ανήσυχοι συνάδελφοί του έγραψαν ένα βιβλίο με τίτλο «Εξετάζοντας την εναλλακτική λύση. Απαντήσεις σε 15 ερωτήσεις που ενοχλούν». Ποιο πρέπει να είναι το επίπεδο χρέωσης της Γαλλίας; Γιατί πρέπει να ενισχυθούν οι δημόσιες υπηρεσίες; Πώς πρέπει να οργανωθεί η οικολογική μετάβαση; Εστειλαν το βιβλίο στις εκδόσεις Seuil. Αλλά ο διευθυντής της συλλογής, μέλος και ο ίδιος των «Ανήσυχων οικονομολόγων» και συντονιστής του οικονομικού προγράμματος του Μελανσόν το 2017, το απέρριψε, με το επιχείρημα ότι δεν κάνει παρά για μαθητές λυκείου. Οι συγγραφείς άλλαξαν εκδοτικό οίκο, προσπαθώντας να διατηρήσουν τον λογότυπο του κινήματος. Αποδοκιμάστηκαν όμως από τη γενική συνέλευση και, τον περασμένο Σεπτέμβριο, τρεις από αυτούς αποπέμφθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο. Αλλος ένας αποχώρησε αηδιασμένος.
«Είστε σταλινικοί», λένε οι αποπεμφθέντες. «Αντιθέτως, παπαδοπαίδια είμαστε», ειρωνεύονται οι πρωτεργάτες των αποπομπών. Η σύγκρουση θυμίζει παλιότερες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στην «πρώτη Αριστερά», κατ’ ουσία μαρξιστική, και στη «δεύτερη Αριστερά», πιο σοσιαλδημοκρατική. Το διακύβευμα όμως εδώ είναι η ανάπτυξη. Η μεγάλη πρόκληση για την ανθρωπότητα σήμερα και τις επόμενες δεκαετίες, γράφουν οι πέντε οικονομολόγοι στο βιβλίο που προκάλεσε τη σύγκρουση, είναι η αποτροπή της οικολογικής καταστροφής. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει ούτε με τον πράσινο καπιταλισμό, που στηρίζεται σε μια απεριόριστη εμπιστοσύνη στις ικανότητες προσαρμογής των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ούτε με την αποανάπτυξη, οι υποστηρικτές της οποίας αρνούνται να προσδιορίσουν το επίπεδο της υλικής κατανάλωσης που είναι συμβατό με μια βιώσιμη δραστηριότητα και εξοργίζουν με τις εκκλήσεις τους για λιτότητα τους φτωχούς των πλουσίων χωρών και το σύνολο των κατοίκων των αναδυόμενων οικονομιών. H οικολογική μετάβαση και η κοινωνική πρόοδος προϋποθέτουν έναν κοινωνικό έλεγχο της οικονομίας χωρίς τις ακρότητες του οικονομικού και πολιτικού συγκεντρωτισμού που χαρακτήριζαν τις λεγόμενες κομμουνιστικές χώρες του 20ού αιώνα. Ετσι πρέπει να αντιληφθούμε και τον σύγχρονο σοσιαλισμό.
Αυτοί οι αυτοαποκαλούμενοι «ρεπουμπλικανοί κεϊνσιανοί» που εμφανίζονται ως υπερασπιστές του πλουραλισμού επιδεικνύουν μια τοξική συμπεριφορά, γράφουν 22 οπαδοί της αποανάπτυξης σε ένα κοινό τους κείμενο που δεν αποφεύγει την αργκό της παλιάς Αριστεράς. Σε ένα περιβάλλον μείζονος κλιματικής κρίσης, λένε, πρέπει να αναθεωρηθεί πλήρως η έννοια της ανάπτυξης. Το μέλλον των κοινωνιών είναι η κοινοκτημοσύνη.
Μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα; Ο Κριστόφ Ραμό, που σε όλα του τα βιβλία καταγγέλλει τις καταστροφές που έχει προκαλέσει ο νεοφιλελευθερισμός, εκφράζει τη θλίψη του για το γεγονός ότι μπήκε στο στόχαστρο «ενός μέρους της ριζοσπαστικής Αριστεράς που, πεισμένο ότι βρίσκεται στην πρωτοπορία του αγώνα, θέλει να φιμώσει όλες τις αντίθετες φωνές». Το πρόβλημα γι’ αυτόν είναι διάφοροι φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, ιστορικοί και νομικοί διείσδυσαν σε μια συλλογικότητα οικονομολόγων, μετατρέποντάς την σε πολιτικό όμιλο. Εκείνος προτιμά να μείνει προσκολλημένος στην επιστημονική αυστηρότητα και να διαχωρίζει τη θέση του τόσο από τους πολιτικούς της Ανυπότακτης Γαλλίας, που υποτάσσουν τα πάντα σε ένα αντικυβερνητικό πρόγραμμα, όσο κι από διάφορους οπαδούς της αποανάπτυξης που κάνουν τους υπολογισμούς τους με βάση μια… ανάπτυξη του ύψους του 2% ή 3%.