Κώστας Σημίτης: Οι σημαντικότερες επιτυχίες του χάρη στη μεθοδικότητα και το αποτελεσματικό του πείσμα
Με τον Σημίτη δεν μας συνέδεε αυτό που λέγεται, καταχρηστικά νομίζω, πολιτική φιλία.
Μας συνέδεε πραγματική, ανθρώπινη φιλία, που είχε προηγηθεί της σύντομης πολιτικής σταδιοδρομίας μου.
Κάτι που σφυρηλατήθηκε στα κοινά πανεπιστημιακά μας χρόνια, τη δεκαετία του ’80.
Και μπορώ να πω ότι συνεχίστηκε αδιάπτωτα ως σήμερα (μάλλον χθες), και μετά το σύντομο και οδυνηρό για εμένα, πέρασμά μου από το ΥΠΕΞ, παρά την πρόωρη αποχώρησή μου από αυτό, που μόνο κακό μπορούσε να κάνει στην κυβερνητική συνοχή της εποχής.
Παρά το γεγονός ότι χαιρετίστηκε από πολλούς, με έναν αναστεναγμό ανακούφισης πως έφευγε επιτέλους ένας αιρετικός της εξωτερικής πολιτικής από το κρίσιμο υπουργείο.
Η υποβολή παραίτησής μου με βρήκε με σύμμαχο τη σύζυγό του Δάφνη, η οποία τον έπεισε να την αποδεχτεί, και έτσι απελευθερώθηκα από το «χρυσό κλουβί», όπως αποκαλούσα το υπουργείο.
Παρά την απομάκρυνσή μου από το υπουργείο εξακολουθούσα να εμπλέκομαι στα ζητήματα, άτυπα πλέον, και να βοηθάω, όσο μου επέτρεπαν τα κύρια καθήκοντά μου, τον Σημίτη, είτε απευθείας, είτε μέσω του αείμνηστου Γ. Κρανιδιώτη, στη διαμόρφωση πολιτικής. Ετσι παρακολούθησα στενά κάθε κύρια ενέργεια της εξωτερικής πολιτικής, τις αγωνίες της, τους συμβιβασμούς που συνεπάγεται, αλλά και τις σοβαρές επιτυχίες που ακολουθούν.
Στο σημείωμα αυτό θα αρκεστώ να αναφέρω δύο σοβαρότατες επιτυχίες του Σημίτη, που οφείλονται στη μεθοδικότητά του και το αποτελεσματικό πείσμα του:
n Η πρώτη μεγάλη και διαχρονική επιτυχία είναι η ένταξη της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ).
Είχαν προηγηθεί, βέβαια, ορισμένες προσπάθειες από τις προηγούμενες κυβερνήσεις των Κων. Μητσοτάκη, και την τελευταία του Ανδρ. Παπανδρέου, αλλά η εντατικοποίηση της προσαρμογής στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης πραγματοποιείται από την κυβέρνηση Σημίτη, ο οποίος με τη γνωστή μεθοδικότητά του, που δεν άφηνε τίποτα στην τύχη, κατόρθωσε με αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και αλλαγή νοοτροπιών, να πείσει για την ετοιμότητά μας ένταξης στην ΟΝΕ και στο κοινό νόμισμα το ευρώ. Αυτό το τιτάνιο έργο το κατόρθωσε χάρη στον φιλοευρωπαϊσμό του και την επιμονή του.
Και όταν ορισμένοι, σήμερα, ισχυρίζονται ότι ξεγελάσαμε τους Ευρωπαίους και ενταχθήκαμε προσκομίζοντας ψευδή στοιχεία, θα πρέπει να τους απαντήσουμε, όπως έκανε καλή φίλη, πως εάν έπρεπε όλες οι απαιτήσεις της ΕΕ να ικανοποιηθούν, μόνο το Λουξεμβούργο θα ήταν στη χορεία των κρατών της ΟΝΕ.
n Η δεύτερη μεγάλη επιτυχία του Σημίτη ήταν το Ελσίνκι.
Επί προεδρίας της Φινλανδίας, είχε προκύψει το θέμα της ένταξης 9 χωρών στην ΕΕ. Ζήτημα υπήρχε για την έναρξη διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, καθώς την εποχή εκείνη τόσο η ΕΕ όσο και η Τουρκία επιδίωκαν σφόδρα στην επίτευξη της ένταξής της.
Αλλά το εγχείρημα προσέκρουε σταθερά στην αρνησικυρία της Ελλάδας, που επέμενε στην επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, πριν από την ένταξή της στην ΕΕ.
Με συστηματική προσπάθεια, και με όλα τα διπλωματικά μέσα που διέθετε η χώρα μας, ο Σημίτης τελικά υπέβαλε δύο όρους προκειμένου να αρθεί η αρνησικυρία: πρώτον, η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, χωρίς αναγκαστικά την προηγούμενη επίλυση του χρονίζοντος πολιτικού προβλήματος της επανένωσης του Βορρά με τη Δημοκρατία της Κύπρου. Ως γνωστό, η ΕΕ είχε σοβαρές αντιρρήσεις στην ένταξη του νησιού, πριν από την επίλυση του Κυπριακού.
Και ήταν εύλογες: δεν ήθελε να γίνει συμμέτοχη σε ένα τεράστιο διεθνές πρόβλημα για το οποίο θα εκαλείτο, κάποια στιγμή, να συμμετάσχει. Ο Κ. Σημίτης απείλησε πως εάν δεν έμπαινε η Κύπρος ομού με τους άλλους 9 θα ήρε τη συναίνεσή του και για τους υπόλοιπους 9.
Με αποτέλεσμα καταστροφικό για τη διεύρυνση. Ετσι ανάγκασε τους Ευρωπαίους στον συμβιβασμό να δεχτούν την Κύπρο στις αγκάλες της ΕΕ. Και, δεύτερον, η «κοινοτικοποίηση» των ελληνοτουρκικών.
Δηλαδή η ενεργή παρέμβαση της ΕΕ στην επίλυση των ελληνοτουρκικών, με την εξάρτηση της προόδου στην επίλυση της διαφοράς της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου με την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ.
Σύμφωνα με την απόφαση αυτήν η ΕΕ καθίστατο μέρος των ελληνοτουρκικών, με σαφείς όρους και προθεσμίες επίλυσης, κάτι που οδήγησε την Τουρκία στο τραπέζι των διερευνητικών.
Δυστυχώς, παρά την πρόοδό τους, οι εκλογές ανέδειξαν άλλη παράταξη η οποία δεν ήταν διατεθειμένη να ακολουθήσει το σημιτικό παρελθόν. Τουλάχιστον από το Ελσίνκι παρέμεινε η επιτυχία της Κύπρου, μεγάλη ανάμνηση για να το θυμόμαστε.