«Τι θα ζητήσεις από τον Θεό όταν πεθάνεις;» – Η ξεχασμένη απάντηση του Ντελόν
Όταν «φεύγει» ένας διάσημος από τη ζωή, συνήθως, συμβαίνουν δύο τινά: ή «αγιοποιείται» ή γίνεται αναδρομή στις σκοτεινές του πλευρές. Για τον Αλέν Ντελόν, όμως μπορεί κανείς να κατευθυνθεί από τον ίδιο τον Γάλλο αστέρα, λόγω μιας παλιάς… μεταθανάτιας επιθυμίας του.
Πριν πολλά χρόνια, το 1996, ο Γάλλος ηθοποιός και αντικείμενο του πόθου πολλών Γαλλίδων, -πολύ πριν γίνει σύμβολο του σεξ στην Ευρώπη του 1960 και 1970- είχε προσκληθεί στην εκλεκτή γαλλική εκπομπή «Bouillon de culture».
Οικοδεσπότης του ήταν ο Γάλλος δημοσιογράφος Μπερνάρ Πιβό, ο οποίος ζήτησε από τον 61χρονο τότε Αλέν να του απαντήσει σύντομα σε μια σειρά ερωτήσεων.
Μια εξ’ αυτών όμως προκάλεσε συγκίνηση στον ίδιο.
«Εάν υπάρχει θεός, τι θα ήθελες να ακούσεις να σου λέει μετά τον θανατό σου, Αλέν Ντελόν;» τον ρώτησε ο Πιβό.
Πριν αναφέρουμε όμως την απάντηση του Ντελόν, σας πάμε τάχιστα στον Νοέμβριο του 1935 σε ένα μικραστικό σπίτι σε προάστιο του Παρισιού στον νομό Οτ-ντε-Σεν.
Σε αυτό το σπίτι γεννήθηκε ο Αλέν Φαμπιάν Μορίς Μαρσέλ Ντελόν.
Ο πατέρας του Φρανσουά Φαμπιέν Ντελόν ήταν διευθυντής κινηματογράφου στο Μπουρ-λα-Ρεν, στην περιοχή Ιλ-ντε-Φρανς, ενώ η μητέρα του Εντίθ εργαζόταν σε φαρμακείο.
Ωστόσο, το 1939, όταν ο Αλέν έγινε τεσσάρων, οι γονείς του χώρισαν και ξαναπαντρεύτηκαν, με αποτέλεσμα να έχει δύο ετεροθαλείς αδερφούς και μια αδερφή από την πλευρά του πατέρα του και δύο ετεροθαλή αδέρφια από την πλευρά της μητέρας του.
Στη συνέχεια, όμως, οι γονείς του θεώρησαν καλή ιδέα να να τον στείλουν σε… ανάδοχη οικογένεια της οποίας ο πατέρας ήταν δεσμοφύλακας στη φυλακή Φρεν, μια από τις μεγαλύτερες στη χώρα.
Αυτή η εμπειρία άφησε τέτοιες πληγές στον μικρό Αλέν που δεν επουλώθηκαν ποτέ, ακούγοντας τον ήχο του εκτελεστικού αποσπάσματος, καθώς έμεναν δίπλα στις φυλακές.
Όταν οι ανάδοχοι γονείς του πέθαναν, ο Αλέν στάλθηκε πίσω στους γονείς του, οι οποίοι ανέλαβαν την επιμέλειά του από κοινού, περνώντας χρόνο πότε ζώντας με τον πατέρα του και τη δεύτερη οικογένειά του στο Λ’Άι-λε-Ροζ και άλλοτε με με τη μητέρα του και τη δεύτερη οικογένειά της στο Μπουρ-λα-Ρεν.
Οι γονείς του τον έστειλαν στη συνέχεια στο καθολικό οικοτροφείο του Άγιου Νικόλαου ντ’ Ίγκνι, όπου πέρασε ολόκληρη τη νιότη του. Μπορεί να τα πήγε περίφημα στην χορωδία του σχολείου τραγουδώντας υπέροχα, αλλά η έλλειψη προσοχής που του έδιναν οι γονείς του, τον έκαναν απείθαρχο, συμπεριφερόταν συνεχώς άσχημα στην τάξη και τσακώνονταν με άλλα παιδιά. Ώσπου τελικά αποβλήθηκε από το σχολείο αφού ξυλοκόπησε έναν από τους συμμαθητές του.
Μέχρι την ηλικία των 13 ο Αλέν θα γινόταν ανεπιθύμητος από αρκετά σχολεία, καθώς συμπεριφερόταν συνεχώς άσχημα και δεν σεβόταν τους δασκάλους του.
Σε ηλικία 14 ετών, ο Ντελόν αποφάσισε ότι δεν ήθελε να μείνει στο σχολείο και ήθελε να φύγει από τη Γαλλία. Όταν αποπειράθηκε να φύγει με έναν φίλο του στο Σικάγο, τους εντόπισε η αστυνομία επιστρέφοντάς τους σπίτι τους. Ο νεαρός αποβλήθηκε ξανά από το σχολείο και πλέον οι γονείς του πείστηκαν ότι τα γράμματα δεν έκαναν για το παιδί.
Η μητέρα του και ο πατριός του, που ήταν χασάπης και ιδιοκτήτης μαγαζιού ντελικατέσεν, τον προόριζαν να αναλάβει την επιχείρηση του, μελλοντικά, εις μάτην.
Μπορεί να ήταν εργατικός, αλλά έμπλεκε συνεχώς σε φασαρίες, τσακωνόταν σε μαγαζιά και εντασσόταν σε συμμορίες. μέλος συμμορίας.
Στα 17 του κατατάχτηκε στο Γαλλικό Ναυτικό, αλλά και εκεί δεν θα ήταν φρόνιμος, φτάνοντας ακόμα στο σημείο ακόμα και να κλέψει εξοπλισμό. Μετά από αυτό το περιστατικό υπηρέτησε στον πόλεμο στην Ινδοκίνα, συμμετέχοντας ακόμα και στη μάχη του Ντιέν Μπιέν Φου, το 1954. Προς το τέλος του πολέμου συνελήφθη επειδή έκλεψε ένα τζιπ και πήγαινε σε ταξίδι κατά το οποίο το όχημα έπεσε σε ρέμα.
Μετά τη ναυτική του θητεία και την επιστροφή του στη Γαλλία, το 1956, δεν θα ξαναερχόταν σε επαφή μαζί τους. Δεν μπορούσε να τους συγχωρέσει που του επέτρεψαν να πάει εθελοντής στην Ινδοκίνα. Έτσι αποφάσισε να παλέψει μόνος του μακριά τους και τα κατάφερε.
Χρόνια αρχότερα, θα ερχόταν η εποχή που θα διέπρεπε στη μεγάλη οθόνη και γι’ αυτό, θα τον καλούσαν σε εκπομπές να πει τις εμπειρίες του, όπως ο Μπερνάρ Πιβό, το 1996.
Όταν, λοιπόν, τον ρώτησε ο Γάλλος δημοσιογράφος, ο Αλέν αποκρίθηκε:
«Λοιπόν, θα σου πω» λέει και στη συνέχεια αναφέρει τα υποτιθέμενα λόγια που θα ήθελε να ακούσει από τον Θεό: «Ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη και βαθύτερη σου λύπη».
«Το ξέρω» θα απαντούσε ο Ντελόν.
«Έλα θα σε πάω στον πατέρα και τη μητέρα σου, έτσι ώστε για πρώτη φορά, επιτέλους, να τους δεις μαζί» θα ήθελε να ακούσει από τον Θεό.
Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη στιγμή είναι μαζί τους και του δίνουν αυτό που του χρωστούσαν: γαλήνη, ασφάλεια και φροντίδα που έχει ανάγκη η ψυχή κάθε παιδιού.