Από κυνηγός των Ναζί, ψηφοφόρος της Λεπέν
Η πρόσφατη δήλωσή του ταρακούνησε πολλές συνειδήσεις στην Ευρώπη, αλλά ο ίδιος είχε προετοιμάσει το έδαφος ήδη από τον περασμένο Ιανουάριο όταν ανέφερε στη «Le Monde» ότι η Εθνική Συσπείρωση της Λεπέν μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην ισλαμιστική απειλή και το διάχυτο αντιεβραϊκό αίσθημα.
Το νεότερο σοκ μεταδόθηκε μέσω της τηλεόρασης: στις 16 Ιουνίου ο Σερζ Κλάρσφελντ, γιος του Ρουμάνου Εβραίου Αρνό Κλάρσφελντ, που δολοφονήθηκε στο Αουσβιτς, δήλωσε στο δίκτυο LCI ότι, ενόψει των βουλευτικών εκλογών, θα ψηφίσει μεν στον πρώτο γύρο κεντρώο κόμμα, αλλά στον δεύτερο γύρο, της 7ης Ιουλίου, θα στηρίξει υποψήφιο της Λεπέν στην περιφέρεια όπου ψηφίζει, αν αντίπαλός του είναι κάποιος από την αριστερή Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) του νεοκομμουνιστή Ζαν-Λικ Μελανσόν.
Οι αντιδράσεις από την πρώτη στιγμή ήταν αντικρουόμενες, με δεδομένη τη διαδρομή του Κλάρσφελντ, ο οποίος αφοσιώθηκε στη δίωξη φυγόδικων Ναζί, όπως ο Αλόις Μπρούνερ ή ο Γιόζεφ Μένγκελε, μαζί με τη σύζυγό του Μπεάτε Κίντσελ, κόρη ενός στρατιώτη της Γκεστάπο, η οποία το 2012 ήταν υποψήφια του κόμματος Die Linke για την προεδρία της Γερμανικής Δημοκρατίας.
Την κοινή πορεία τους καταθέτουν και οι δύο στα «Απομνημονεύματα», βιβλίο που έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καπόν, σε μετάφραση της Καρίνας Λάμψα, το 2016, έναν χρόνο μετά τη γαλλική έκδοση (Flammarion/Librairie Artheme Fayard). Από το βιβλίο αυτό, με την άδεια του εκδοτικού οίκου, δημοσιεύουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Στο δεύτερο από αυτά φαίνεται η σύγκρουση του Κλάρσφελντ με τον Ζαν-Μαρί Λεπέν το 2013.
Η αποκάλυψη ενός αρχηγού της Γκεστάπο
Οι φίλοι μάς στηρίζουν στις έρευνές μας, και τι φίλοι! Στο αεροδρόμιο του Τελ-Αβίβ, τον Σεπτέμβριο του 1975, ένας άντρας περίπου τριάντα πέντε χρονών πλησιάζει εμάς και τα παιδιά μας: «Εάν μπορώ να σας βοηθήσω…» Ξαναρχόμαστε σε επαφή μαζί του στο Παρίσι. Ο πατέρας του εκτοπίστηκε με την αποστολή υπ. αρ. 4, η μητέρα του με την αποστολή υπ. αρ. 22, μόλις που πρόλαβε κατεβαίνοντας τη σκάλα, να δώσει το δίχρονο αγοράκι σε μια μη Εβραία γειτόνισσα. Πηγαίνοντας στο Ισραήλ, ο Ανρί Γκολύμπ απέκτησε ξανά συνείδηση της εβραϊκής ταυτότητάς του. Θέλει να είναι χρήσιμος.
Απευθύνεται στους γνωστούς του, οργανώνει συγκεντρώσεις, συγκεντρώνει χρήματα. Σιγά-σιγά, μέσα από τη δράση και την προετοιμασία του Mémorial de la Déportation, μια ομάδα ορφανών του Ολοκαυτώματος σχηματίζεται γύρω από το γαλλογερμανικό ζευγάρι μας.
Το 1977, στα αρχεία του Ινστιτούτου Yivo στην Νέα Υόρκη, ανακαλύπτω μια σειρά από έντεκα έγγραφα που διατάζουν τη σύλληψη και τη μεταφορά Εβραίων στο Ντρανσύ από τον αρχηγό της Γκεστάπο στην Τουλούζη, Καρλ Μύλερ, καταδικασμένο ερήμην σε θάνατο. Καταφέρνουμε να τον εντοπίσουμε: είναι επικεφαλής επιθεωρητής, αρχηγός της ποινικής ασφάλειας στην πόλη Τσέλε στην Κάτω Σαξονία. Στην αρχή αρνείται επίμονα, ύστερα αναγκάζεται να ομολογήσει ότι έκρυψε μια όψη του παρελθόντος του. Θα του απαγγελθεί κατηγορία.
Μήνυση στον Λεπέν
Η οργάνωσή μας κάνει πολύ λίγες αγωγές. Θεωρούσαμε όμως πάντα ότι ήταν βασικό να δείχνουμε, μέσω της δικαστικής οδού, ότι ο Ζαν-Μαρί Λεπέν και ο πυρήνας εκείνων που τον περιβάλλουν, είναι από τα βάθη της καρδιάς τους αντιεβραίοι. Είμαστε από εκείνους που τον έκαναν να καταδικαστεί για τη «λεπτομέρεια» (σ.σ.: ο Λεπέν είχε πει ότι οι θάλαμοι αερίων ήταν μια «λεπτομέρεια [της Ιστορίας]»). Στις 19 Ιουνίου 2013, πετύχαμε να καταδικαστεί ο Λεπέν οριστικά, χάρη σε μια απόφαση του Κακουργιοδικείου για μια δήλωση που έκανε το 2005: «Στη Γαλλία, τουλάχιστον, η γερμανική κατοχή δεν ήταν ιδιαίτερα απάνθρωπη».
Πήγα στο δικαστήριο το βιβλίο Mémorial de la Déportation des Juifs κι εκείνο των Resistants για να αποδείξω ότι τουλάχιστον 150.000 εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας διαπράχτηκαν από τον κατακτητή.
Σ’ αυτή την υπόθεση που κράτησε περισσότερα από δέκα χρόνια, ο εισαγγελέας κατηγόρησε τον Λεπέν για απολογία εγκλήματος πολέμου –ο Λεπέν είχε δηλώσει στην ίδια συνέντευξη ότι η Γκεστάπο είχε σταματήσει τη σφαγή του Ασκ– και η οργάνωσή μας ήταν η μόνη, χάρη στον Αρνό, που κατέθεσε μήνυση για αμφισβήτηση εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας.
Το Εφετείο του Παρισιού δεν δέχτηκε την απολογία εγκλήματος πολέμου, συγκράτησε όμως την επιχειρηματολογία μας, επιτρέποντας να διωχθούν και να καταδικαστούν ο Λεπέν και το Rivarol. Στο τέλος μιας ακρόασης, όπου ο Λεπέν κι εγώ έπρεπε να καταθέσουμε, ο Λεπέν μου είπε κοιτώντας με στα μάτια: «Δεν είμαι εχθρός σας». Του απάντησα: «Κοινοποιήστε το». Δεν το έκανε.
Προσπαθώ πάντα να απευθύνομαι στο μυαλό και στη θέληση εκείνων που δρουν μαζί μου ή εκείνων που με ακούν όταν πρέπει να πάρω το λόγο. Τον Μάρτιο του 2014, όταν συνέταξα το κύριο άρθρο του δελτίου μας των Γιων και Θυγατέρων των Εκτοπισμένων Εβραίων της Γαλλίας, ήμουν δυστυχώς κατηγορηματικός: «Όπως έδειξε η διαδήλωση “Ημέρα οργής”, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν γαλλικό αντισημιτισμό που συγκεντρώνει μέρος της άκρας Δεξιάς, της άκρας Αριστεράς, των αντι-ισραηλινών και του νεαρού πληθυσμού που προέρχεται από τη μετανάστευση από το Μαγκρέμπ.
Η δολοφονία των Εβραιόπαιδων στην Τουλούζη, το 2012, η απελευθέρωση στο δρόμο και στο Ίντερνετ του αντιεβραϊκού λόγου και χειρονομιών, δημιουργούν ένα δηλητηριώδες κλίμα που μας επαναφέρει, Γιοι και Θυγατέρες των Εκτοπισμένων Εβραίων της Γαλλίας, στα σκοτεινά χρόνια της παιδικής μας ηλικίας, ακόμα κι αν το σύνολο του γαλλικού πληθυσμού δεν έχει υποστεί καθόλου αυτή τη μόλυνση, ακόμα κι αν οι δημόσιες αρχές προσπαθούν να την εξαλείψουν.
…Ποτέ δεν υπήρξαμε κινδυνολόγοι, είχαμε πάντα εμπιστοσύνη στη Δημοκρατία. Σήμερα, η καινούργια κατάσταση μας υποχρεώνει να σημάνουμε συναγερμό».