Τι δεν αντιληφθήκαμε στη Συρία
Τι ρόλο έπαιξαν το Ισραήλ, η Τουρκία, η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτή την ξαφνική ανατροπή;
Η Ρωσία δεν επενέβη για λογαριασμό του Ασαντ απλώς και μόνο επειδή δεν μπορούσε να αντέξει άλλη μια στρατιωτική επιχείρηση εκτός του ουκρανικού μετώπου ή υπήρξε κάποια παρασκηνιακή συμφωνία;
Επεσαν οι ΗΠΑ ξανά στην παγίδα της υποστήριξης των ισλαμιστών ενάντια στη Ρωσία, αγνοώντας τα διδάγματα από τη στήριξη που είχαν παράσχει στους μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1980; Τι έκανε το Ισραήλ;
Επωφελείται ασφαλώς από την εκτροπή της διεθνούς προσοχής από τη Γάζα και τη Δυτική Οχθη και μάλιστα καταλαμβάνει και άλλα εδάφη στη νότια Συρία.
Ενα γενικό χαρακτηριστικό της ιστορίας, όπως στο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ και στο Ιράν κατά την επανάσταση του 1979, είναι ότι δεν υπήρξε μια μεγάλη, αποφασιστική μάχη.
Το καθεστώς απλώς κατέρρευσε σαν τραπουλόχαρτο.
Τη νίκη εξασφάλισε η πλευρά που ήταν πραγματικά πρόθυμη να πολεμήσει και να πεθάνει για τον σκοπό της.
Το γεγονός ότι το καθεστώς γνώρισε τη διεθνή περιφρόνηση δεν εξηγεί πλήρως αυτό που συνέβη.
Μια ανάλογη σειρά γεγονότων γοήτευσε τον φιλόσοφο Μισέλ Φουκό όταν επισκέφθηκε το Ιράν το 1979.
Εντυπωσιάστηκε από αυτό που θεώρησε αδιαφορία των επαναστατών για την επιβίωσή τους. Εκείνοι επεδίωκαν μια «μεταμόρφωση μέσα από αγώνες και δοκιμασίες, σε αντίθεση με τις ειρηνευτικές, εξουδετερωτικές και ομαλοποιητικές μορφές της σύγχρονης δυτικής εξουσίας».
Οπως το έθεσε ο ίδιος ο Φουκό: «… αν αυτό το υποκείμενο που μιλάει για το δίκαιο (ή, καλύτερα, για τα δικαιώματα) λέει την αλήθεια, αυτή η αλήθεια δεν είναι πλέον η καθολική αλήθεια του φιλοσόφου. (…) Ενδιαφέρεται για το σύνολο μόνο στον βαθμό που μπορεί να το αντιληφθεί μονόπλευρα, να το διαστρεβλώσει και να το δει από τη δική του οπτική γωνία.
Η αλήθεια είναι, με άλλα λόγια, μια αλήθεια που αναπτύσσεται με την προοπτική της επιδιωκόμενης νίκης και τελικά, ας πούμε, της επιβίωσης του ίδιου του ομιλούντος υποκειμένου».
Μπορεί αυτή η προοπτική να απορριφθεί ως απόδειξη μιας προμοντέρνας, «πρωτόγονης» κοινωνίας που δεν έχει ακόμη ανακαλύψει τον σύγχρονο ατομικισμό;
Για όποιον γνωρίζει ελάχιστα τον δυτικό μαρξισμό, η απάντηση είναι ξεκάθαρη.
Η θετικιστική αντίληψη της γνώσης ως «αντικειμενικής» έκφρασης της πραγματικότητας – αυτό που ο Φουκό χαρακτήρισε ως «οι ειρηνευτικές, εξουδετερωτικές και ομαλοποιητικές μορφές της σύγχρονης δυτικής εξουσίας» – είναι η ιδεολογία του «τέλους της ιδεολογίας».
Από αυτή τη σκοπιά του φιλελεύθερου ατομικισμού, οποιαδήποτε καθολική δέσμευση, ειδικά αν περιλαμβάνει κίνδυνο για τη ζωή και τα μέλη, είναι ύποπτη και «παράλογη».
Εδώ συναντάμε ένα ενδιαφέρον παράδοξο: αν και ο παραδοσιακός μαρξισμός πιθανώς δεν μπορεί να προσφέρει μια πειστική περιγραφή της επιτυχίας των Ταλιμπάν, βοηθά να διευκρινιστεί τι αναζητούσε ο Φουκό στο Ιράν (και τι θα έπρεπε να μας συναρπάζει στη Συρία).
Σε μια εποχή που ο θρίαμβος του παγκόσμιου καπιταλισμού είχε καταστείλει το κοσμικό πνεύμα της συλλογικής δέσμευσης για την επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής, ο Φουκό ήλπιζε να βρει ένα παράδειγμα συλλογικής δέσμευσης που δεν βασιζόταν στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό. Δεν βρήκε.
Ετσι, δεν είναι πλέον δυνατό να διακρίνουμε την καθαρά πνευματική πλευρά της θρησκείας από την πολιτικοποίησή της: σε ένα μεταπολιτικό σύμπαν, η θρησκεία είναι το κανάλι μέσω του οποίου επιστρέφουν τα ανταγωνιστικά πάθη.
Το πρόβλημα της Δύσης είναι ότι είναι παντελώς απρόθυμη να αγωνιστεί για έναν μεγάλο κοινό σκοπό.
Οι «ειρηνοποιοί» που θέλουν να τερματίσουν τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία με οποιουσδήποτε όρους, για παράδειγμα, θα υπερασπιστούν τελικά την άνετη ζωή τους και είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την Ουκρανία για αυτόν τον σκοπό.
Ο ιταλός φιλόσοφος Φράνκο Μπεράρντι έχει δίκιο. Είμαστε μάρτυρες «της διάλυσης του δυτικού κόσμου».