«Η τέχνη δεν γίνεται να εκπέμπει σοβαρότητα»
Αν και ξενιτεύτηκε στο μακρινό δυτικό Λος Αντζελες, πάντα βρίσκει αφορμές για να επιστρέφει ανάμεσά μας. Και σε κάθε του επιστροφή παρουσιάζει μια νέα του καλλιτεχνική ενασχόληση, προσθέτοντας τη ζωγραφική, την εγκατάσταση, την επεξεργασία υφασμάτων, το ντιζάιν στη δημιουργική πορεία του που ξεκίνησε με σπουδές μόδας και τέχνης στο Στούντιο Μπερσό στο Παρίσι, συνεχίστηκε με συνεργασίες εικονογράφησης στα περιοδικά των «New York Times» και «Vanity Fair», μέχρι που το 1996 επινόησε μια ξεχωριστή περσόνα, την Κυρία Τεπενδρή, και ο Κωνσταντίνος Κακανιάς ενώθηκε μαζί της με τα δεσμά της τέχνης. Στοιχεία δηλαδή που εκδηλώνουν μια διαταραχή προσωπικότητας, την οποία για τριάντα χρόνια επεξεργάζεται καλλιτεχνικά, μεταξύ ειλικρίνειας, αυτογνωσίας, κοινωνικού σχολιασμού, απέραντου συναισθηματισμού. Και οπωσδήποτε με χιούμορ. Αλίμονο σε όποιον δεν αφεθεί σε αυτή την ορμητική δύναμη που μεγαλώνει καθώς περνάει η ώρα και ο Κακανιάς «κουρδίζεται» βρίσκοντας τον ρυθμό του. Με αυτή τη διάθεση συναντάμε το πολύπλευρο έργο του παρουσιασμένο ως «Θεϊκή Διαταραχή Προσωπικότητας». Η μακρόχρονη φιλία του με την επιμελήτρια της έκθεσης Ρεβέκκα Καμχή δημιούργησαν στον χώρο της γκαλερί της έναν λαβύρινθο από ταραγμένες φανταστικές αφηγήσεις και λαμπερές καρικατούρες.
Η έκθεση βασίζεται σε ένα έργο ζωγραφισμένο σε ένα ρολό χαρτί, σαν ζωφόρος, που δεν έχει τίτλο. Μπαίνεις μέσα σε έναν κόσμο που με έναν τρόπο είναι ο κόσμος του πολύ μικρού Κωνσταντίνου, προ Τεπενδρή. Και συνεχίζεται σε ένα δωμάτιο που είναι μόνο Τεπενδρή. Είναι το φως και το σκοτάδι, μεταξύ συνειδητού και ασυνείδητου, μιας ρευστής κατάστασης. «Δεν αντιμετωπίζω τη ζωγραφική ως κλασικός, παραδοσιακός ζωγράφος. Δεν μου είναι απλό να κάνω καθαρή ζωγραφική.
Κάνω print, textile fabrics, design, τοιχογραφίες, ζωγραφική, εγκαταστάσεις. Ξεκίνησα με την περφόρμανς όταν μπήκα στην τέχνη. Πρόσφατα έκανα μια φωτογραφική περφόρμανς μαζί με τη μητέρα μου, έξω από τα Βίλια. Τώρα πια δεν κάνω συχνά περφόρμανς γιατί κάθε φορά υπάρχει μια ψυχολογική δυσκολία. Στόχος μου είναι να μη φαίνεται ότι πίσω από κάτι τόσο ανάλαφρο και χαρούμενο υπάρχει κάτι τόσο οδυνηρό.
Το Λος Αντζελες είναι πανάκριβο μέρος, με απέραντες αποστάσεις. Μου άρεσε όμως η τέχνη που εδημιουργείτο εκεί, πολύ πιο απελευθερωμένη από τη Νέα Υόρκη που κατακρίνει την επιπολαιότητα. Μπορεί αυτό το επιπόλαιο στην τέχνη να δείχνει ότι είναι κάτι κενό, ματαιόδοξο, χωρίς ιδιαίτερο βάθος. Ισως όμως έχει περισσότερο νόημα από ένα έργο που δείχνει ότι είναι φιλοσοφικά στημένο. Στο μυαλό το δικό μου πιστεύω ότι η Κυρία Τεπενδρή είναι ένα εννοιολογικό έργο. Η Κυρία Τεπενδρή κατάφερε να έχει αφοσιωμένους θαυμαστές και πολλούς επικριτές. Ομως η τέχνη δεν γίνεται να εκπέμπει σοβαρότητα. Ούτε η Κυρία Τεπενδρή μπορεί να είναι σοβαροφανής. Είναι ενθουσιώδης, παρορμητική και αυτό το δείχνει με τις πράξεις της. Δεν έχει αίσθηση της πραγματικότητας. Για άλλους είναι illustration (εικονογράφηση), δημιουργία μόδας. Που μπορεί και να είναι. Δεν έχει καμία σημασία. Εχω βαρεθεί τους ορισμούς και τη μανία να ανήκω κάπου. Δεν ανήκω πουθενά, είμαι αυτός που είμαι.
Είμαι ανυπόφορος. Ξεκινάω να έχω για όλα αντίρρηση και μετά από πέντε λεπτά λέω σε όλα ναι. Αλλά έτσι δεν είναι οι καλλιτέχνες; Καλύτερα να μη μιλάω πολύ, αλλά δυστυχώς μιλάω πάρα πολύ. Ο Μπράις Μάρντεν, αυτός ο μεγάλος καλλιτέχνης, μιλούσε λίγο και ό,τι έλεγε ήταν μετρημένο, εσκεμμένο, βαθιά επιμελημένο.
Μου αρέσει η ελευθερία. Είναι το βαθύ δικαίωμα του ανθρώπου, δεν είναι πολυτέλεια. Οταν πήγα στο Λος Αντζελες, με το που βγήκα από το αεροπλάνο, αισθάνθηκα ότι είμαι σπίτι μου. Στην Ελλάδα, όταν ήμουν μικρός, ήταν δύσκολο για μένα. Ηταν όλη η κοινωνία εναντίον μου και μου ήταν δύσκολο ως παιδί και έφηβος να το αντιμετωπίσω. Οταν συνειδητοποίησα ότι θα ήμουν πιο αποδεκτός σε κάποιο άλλο μέρος, έφυγα για να βρω τον εαυτό μου. Επίσης εδώ το μέρος είναι πολύ μικρό. Ο ένας ξέρει πού κοιμάται ο άλλος. Η δικιά μας κοινωνία παραμένει κλειστή παρά τον κοσμοπολιτισμό της πόλης. Εχω φύγει από την Ελλάδα όταν ήμουν 19 χρονών. Ομως δεν έχω ρίξει μαύρη πέτρα. Φεύγω και επιστρέφω γιατί έχω φίλους, συγγενείς και λατρεύω τη χώρα και τη θάλασσα.
Με τα χρόνια κατάλαβα ποιος δεν είναι ωραίος άνθρωπος: οι στενόμυαλοι, εκείνοι που πάνε να κάνουν κακό σε άλλους ανθρώπους, οι ψυχολογικά τραυματισμένοι που δεν μπόρεσαν να επουλώσουν το τραύμα ότι τους έχουμε απωθήσει και πάμε εναντίον τους.
Το ιδανικό για εμένα σπίτι είναι το γιαπί deluxe που έχω στα Βίλια. Ενα χάος από πράγματα που μαζεύω για να δουλεύω μαζί με όμορφα αντικείμενα. Αν είναι κάποτε να το αφήσω, θα πάω να ψάξω το ουράνιο τόξο. Πιστεύω ότι μπορώ να δουλεύω μέχρι το τέλος. Μπορώ ακόμη να κάνω και ένα είδος καλλιτεχνικής “λάντζας”, δηλαδή αναθέσεις, για να βιοπορίζομαι. Εννοείται πως όταν το αποφασίσω, θα μου αρέσει να πλένω αυτά τα πιάτα και να το χαίρομαι».