6+1 παρατηρήσεις για την τελετή έναρξης
Ο διεθνής ορυμαγδός από την παγανιστική εκδοχή του Μυστικού Δείπνου στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού πρέπει να προσεγγιστεί πιο αναλυτικά απ’ ό,τι γενικά συμβαίνει. Πρέπει να βρεθούν οι κύριες συνιστώσες του πολύπλοκου, με συγκρούσεις αξιών, θέματος πριν από τη συνισταμένη τους.
Πρώτον: Η ελευθερία της έκφρασης είναι και πρέπει να παραμείνει η ύπατη όλων των αξιών που εμπλέκονται συγκρουσιακά στην υπόθεση καθώς και όλων όσες ακόμα δεν εμπλέκονται. Αυτό είναι το θεμέλιο, είναι η βάση, είναι το απολύτως αδιαπραγμάτευτο, όσο κι αν αρέσει ή όχι το περιεχόμενο σε καθέναν. Και, πολύ περισσότερο, όταν ο τόπος των γεγονότων είναι η πατρίδα της Γαλλικής Επανάστασης, η οποία επέβαλε αυτή την ελευθερία – και όχι μόνο – για πρώτη φορά ως καθεστώς στην Ευρώπη μέσα από φοβερές θυσίες. Η ελευθερία της σκέψης, του λόγου, της τέχνης, της κάθε μορφής, υπερνικά κάθε άλλη αξία.
Δεύτερον: Προδήλως, οι άνθρωποι που συνέλαβαν, εκτέλεσαν καθώς κι εκείνοι που ενέκριναν αυτό το έργο γι’ αυτή την τελετή δεν το έπραξαν, τουλάχιστον αποκλειστικά, για τους παραπάνω λόγους. Αντίθετα, μάλλον εκμεταλλεύτηκαν το ιερό απυρόβλητο που περιβάλλει και πρέπει να περιβάλλει αυτή την ελευθερία προκειμένου να προπαγανδίσουν μία δική τους ατζέντα. Ασφαλώς δεν έκαναν τέχνη αλλά προπαγάνδα με εργαλείο την τέχνη και με δούρειο ίππο μία τελετή που θα έφτανε σε δισεκατομμύρια μάτια. Ομως αυτό, και πάλι, δεν αναιρεί το προηγούμενο: καλύτερα αυτό, παρά απαγορεύσεις.
Τρίτον: Εκαναν λογοκλοπή. Αντέγραψαν τον ζωγράφο των Κάτω Χωρών Jan Harmensz van Biljer του 17ου αιώνα και έκαναν τον βλάκα: άθλιο όσο δεν πάει.
Τέταρτον: Οι εμπλεκόμενοι είναι αυτό που λέμε «κότες» και παραβιάζουν ανοικτές θύρες. Τέτοια έχουν γίνει ατελείωτα. Απλώς τώρα ήταν τα μάτια όλου του πλανήτη πάνω τους. Ούτε κάτι νέο έφτιαξαν, ούτε πήγαν τίποτα πιο πέρα. Κατά βάση ήταν ένα τρικ μαρκετίστικου τύπου μέσα από την ασφάλεια που τους παρέχει ο χώρος και ο πολιτισμός στον οποίο το έπραξαν. Αν θέλανε να κάνουν πραγματικά τους «μάγκες», ας έκαναν κάτι αντίστοιχο, λ.χ., με άλλες θρησκείες, όπως η μουσουλμανική. Αλλά πού να τολμήσουν καν να το σκεφτούν αυτό; Να χλευάσουν το Ισλάμ; Θα τους έπιανε κρύος πυρετός μόνο και να το ψέλλιζαν. Το είπε ήδη ο Μπρικνέρ. Επίσης, ακόμα πιο κότες, αφού μετά είπαν και ότι δεν ήθελαν να θίξουν…
Πέμπτον: Επίσης, όχι απλώς είναι κότες, αλλά και κάτι ακόμη: δεν είναι ανεξίθρησκοι. Δεν είναι οι ίδιοι φορείς ελευθερίας. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν απευθύνονται μόνο σε χριστιανικό κοινό, αλλά σε όλο τον πλανήτη, τις θρησκείες του οποίου περιφρόνησαν έτσι επιδεικτικά και ολοσχερώς, τις αγνόησαν σαν να μην υπάρχουν. Είναι γνήσιοι ρατσιστές που γι’ αυτούς οι άλλες θρησκείες είναι αόρατες.
Εκτον: Συμπεριφέρθηκαν ως άθλιοι εξουσιαστές. Είχαν στα χέρια τους δύναμη την οποία καταχράστηκαν με τον πλέον απαράδεκτο τρόπο. Στο καλώς εννοούμενο πλαίσιο της δουλειάς τους δεν περιλαμβάνεται να χλευάζεις την πίστη ή τις ιδέες άλλων. Στην πραγματικότητα άσκησαν δημόσια εξουσία τερατώδους κλίμακας και την άσκησαν γκεμπελικά. Γι’ αυτό ό,τι έκαναν είναι ριζικά αντίθετο με την ελευθερία και την υπεράσπισή της. Επειδή στηρίχθηκε σε έναν στρατό παγκόσμιας εμβέλειας συστημάτων. Να κάνεις τον μάγκα με τις πλάτες της ΔΟΕ, των χορηγών δισεκατομμυρίων, των δικτύων όλου του πλανήτη και του γαλλικού κράτους, άσ’ το καλύτερα. Η προπαγάνδα από θέση τεράστιας ισχύος δεν έχει να κάνει με ελευθερία λόγου, τέχνης και ιδεών. Αντιθέτως είναι δουλειά βαθιάς εξουσίας. Αυτοί αποδείχθηκαν μακράν συστημικότεροι από την ίδια την Καθολική Εκκλησία και την κατατρόπωσαν μέσα σε ένα από τα κάστρα της! Οι ίδιοι και ό,τι αντιπροσωπεύουν είναι πλέον μορφή ισχυρότατης εξουσίας που υποκρίνεται την ελευθερία. Είναι ψευδοπροφήτες ελευθερίας που τέτοιους έχουν δει και έχουν πληρώσει ακριβά οι αιώνες.
Εβδομον: Ολα αυτά, αμφίπλευρα, ουδόλως σχετίζονται βέβαια με «ολυμπιακά ιδεώδη». Είναι γνήσια παιδιά – τέρατα του Γκέμπελς, που εισήγαγε τις θηριώδεις υπεράνθρωπες τελετές τέτοιας αντίληψης στους χιτλερικούς αγώνες του Βερολίνου για να εντυπωσιάσει με την ανατέλλουσα δύναμη του Τρίτου Ράιχ. Το πέτυχε. Και δυστυχώς έκτοτε «ζει» με πλήθος τρόπους.